Η σκηνή καί πάλιν στό Ἐπισκοπικό Γραφεῖο: Μιά γερόντισσα μητέρα, κυρτωμένη ἀπό τά χρόνια καί τά βάσανα, διηγεῖται
μέ κλάμματα πολλά τό θλιβερό της περιστατικό: «Ὁ
γαμπρός θέλει νά μοῦ γυρίση τήν κόρη
μου πίσω. Κι’ἔχουν δύο παιδιά τώρα. Ὅταν μοῦ
τή ζήτησε σέ γάμο ἔλεγε πώς δέν θέλει ἄλλο ἀπό
τό μερίδιό της. Τώρα μοῦ ζητᾶ κι’ «ἀπανοπροῦκι» (περισσότερα δηλ. ἀπό ὅ,τι
πῆρε σάν προῖκα) καί ἐπειδή δέν μπορῶ νά τοῦ
δώσω γιατί ἔχω κι’ ἄλλα παιδιά θέλει νά μοῦ τή γυρίση πίσω».
Θλιβερή καί συνηθισμένη ἱστορία πού τή συναντᾶ κανείς τόσο συχνά σήμερο. Γιατί ἡ
περίφημη «προῖκα» γίνεται αἰτία ὄχι
μόνο νά ματαιωθοῦν ἐκλεκτοί καί εὐτυχισμένοι
γάμοι, ἀλλά καί κεῖνοι ποὔγιναν
ἐπιτέλους χωρίς τούς ὑπολογισμούς της ἀρχικῶς, νά δυστυχοῦν καί νά γίνωνται παγίδες τῆς χαρᾶς
καί τῆς γαλήνης μέσαστήν οἰκογένεια ἤ καί νά
διαλυθοῦν μέ φοβερές γκρίνιες καί
βαρειά οἰκογενειακά πάθη.
Βέβαια ἡ «προῖκα» εἶναι πανάρχαιο κοινωνικό ἔθιμο πού ἄλλοτε
βάραινε τή γυναῖκα καί ἄλλοτε τόν ἄνδρα.
Στήν Παλαιά Διαθήκη π.χ. διαβάζομε ὅτι ὁ Ἀβραάμ
προκειμένου νά ἐξασφαλίση γυναίκα στό
γυιό του Ἰσαάκ, στέλνει πολλά δῶρα γιά τήν νύφη του Ρεββέκα. Ὁ Ἰακώβ
δούλεψε ἑπτά χρόνια στό θεῖο του Λάβαν γιά νά πάρη τήν Ραχήλ. Ἄλλοτε πάλι ἡ
γυναῖκα ἦταν
ὑποχρεωτική νά προσφέρη δῶρα, «προῖκα»
δηλαδή στόν ἄνδρα.
Στήν ἐποχή μας ὅμως τό ζήτημα
αὐτό καί ἰδιαίτερα
στή χώρα μας, ἔχει καταντήσει μεγάλο
πρόβλημα κι’εἶναι ἴσως ὁ
μεγαλύτερος συντελεστής στήν κρίση τοῦ
σημερινοῦ γάμου. Γιατί στά παλαιότερα
χρόνια μπορεῖ νά λογάριαζαν βέβαια στό
γάμο καί τό ζήτημα τῆς «προίκας», δέν τὄθεταν ὅμως
ὅπως σήμερο πρωταρχική καί ἀπαραίτητη προϋπόθεση. Ὅταν συζητοῦσαν
ἕνα συνοικέσιο λογάριαζαν γιά τόν ἄνδρα τήν οἰκογενειακή
του καταγωγή, τήν ὑγεία του, τήν
παλληκαριά, τήν ἐργατικότητα, τήν
τιμιότητα καί βέβαια καί τό ἐπάγγελμά
του. Τό ἴδιο γιά τή γυναῖκα λογάριαζαν τήν ἀνατροφή της, τήν ὀμορφιά
της, τήν νοικοκυρωσύνη της, τή σοβαρότητά της καί ἄλλα παρόμοια. Λογάριαζαν δηλαδή καί στή μιά περίπτωση καί στήν ἄλλη κάτι πού εἶναι
μέσα στόν ἄνθρωπο καί κάνει τήν οὐσία καί τήν ἀξία
του.
Σήμερα ὅμως τό πρωταρχικό καί τό μοναδικό σχεδόν πού συζητεῖται στό γάμο εἶναι
τό «οἰκονομικό». «Πόσες λίρες, λένε
στήν Πολιτεία»; «Πόσες ὀκάδες λάδι,
λένε στά χωριά»; Αὐτό ὅμως εἶναι
μιά τρομερή ὑποτίμηση τοῦ ἀνθρώπου
πού προσβάλλει καί τό Θεό καί τόν τόπο καί τόν πολιτισμό μας.Τό τονίζομε αὐτό μέ ὅλη
τή δύναμη τῆς ψυχῆς μας. Μιά νέα σύγχρονη βαρβαρότης ἀναφαίνεται πάλι στούς νόμους καί στίς
σχέσεις τῆς κοινωνικῆς μας ζωῆς,
μιά βαρβαρότης πού ἐξευτελίζει καί
ταπεινώνει τόν ἄνθρωπο.
Βέβαια στόν τόπο μας πολλοί λόγοι
ἐπιβάλλουνε
νά ὑπάρχη
καί μιά οἰκονομική
συνδρομή καί προσφορά στό γάμο, ἀλλά εἶναι τερατῶδες καί ἀπάνθρωπο αὐτό πού γίνεται σήμερο νά καταντᾶ ὁ
γάμος μόνον συνοικέσιο χρημάτων καί συνεταιρισμός κεφαλαίων. Γιατί δέν
πρόκειται μόνο γιά τούς φτωχούς, ἀλλά καί γιά τούς πλουσίους, γιά τούς ὁποίους
ὁπωσδήποτε
δέν ὑπάρχει
οἰκονομικό
ζήτημα. Κι’ ἀκριβῶς
στίς περιπτώσεις αὐτές
τῶν
πλουσίων γάμων διαπιστώνει κανείς αὐτή τήν ἀπληστία. Νἄχη ὁ ἄνδρας πολλά καί νά ζητᾶ
πολλά ἤ
κι’ ἀντίστροφα
νἄχη
ἡ
γυναίκα πολλά καί νά ζητᾶ κι’ ἀπό τόν ἄνδρα πολλά.
Παλαιότερα πολύ συχνά συναντοῦσε κανείς
ἕναν
εὐγενῆ ἱπποτισμό:
Ἕνας
«εὐκατάστατος»
ἄνδρας
τό θεωροῦσε
«μισθό» νά παντρευθῆ
μιά ὀρφανή
καί φτωχή κοπέλλα. Ἤ
μιά κοπέλλα σ’ ὅλα
της καλή νά πάρη ἕνα
φτωχό, ἕνα
ἀνάπηρο
κ.λ.π. Ποῦ
εἶναι
ὅμως
αὐτός
ὁ
ὡραῖος ἱπποτισμός
καί ἡρωϊσμός
σήμερο; Ποῦ
εἶναι
αὐτή
ἡ
βαθυτάτη χριστιανική καί ἀνθρωπιστική συνήθεια; Ποῦ εἶναι
λοιπόν τό Χριστιανικό νόημα τοῦ σημερινοῦ γάμου; Καί τί καλεῖται ὁ παπᾶς νά
εὐλογήση
σ’ ἕνα
γάμο στόν ὁποῖο
καμμιά θέση δέν ἔχει
ἡ
ψυχή κι’ ἡ
ἀγάπη
τοῦ
ἀνθρώπου
παρά τό χρῆμα
καί μόνο τό χρῆμα;
Τό χρῆμα
πού ἔτσι
μέ τήν ἐπίσημη
εὐλογία
τῆς
Ἐκκλησίας
συνεταιρίζεται μέσα στά ἁμαρτωλά αὐτά συνοικέσια γιά νά γίνη ἐπιχείρηση, κεφάλαιο καί
τράστ κεφαλαίων καί νά ἐκδηλωθῆ σέ ἔργα πού θά συμπνίξουν καί θά σκοτώσουν τίς
συνειδήσεις καί τή ζωή χιλιάδων ἀνθρώπων.
Τό κράτος θά μποροῦσε νά
διευκολύνη τό τραγικό αὐτό πρόβλημα δίνοντας οἰκογενειακά ἐπιδόματα,
σπίτι, ἐργασία
κλπ. σ’ αὐτούς
πού παντρεύονται καί δέν ἔχουν «προῖκα». Ἀλλά κι’ ἡ Ἐκκλησία πρέπει νά μορφώση ἀνάλογα τίς συνειδήσεις
τοῦ
ποιμνίου της. Ἡ
Ἐκκλησία
ἔχει
νά γκρεμίση αὐτό
τό χρυσό μοσχάρι πού λατρεύει καί πάλι σήμερο ἡ ἀνθρωπότης.
Ὁ
πρ. Κισάμου Εἰρηναῖος
(ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ Τεῦχος 114)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου